Η ιστορία Ο Μονομανής Παπαγάλος αποτελεί μια πολυσέλιδη ιστορία που έγραψε και σχεδίασε ο Καρλ Μπαρκς τον Φεβρουάριο του 1950 και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Ιούλιο του ίδιου έτους.
Περίληψη[]
Ο θείος Σκρουτζ παίρνει έναν παπαγάλο ο οποίος λέει στους κλέφτες τον μυστικό συνδυασμό του θησαυροφυλακίου και στην συνέχεια διαφεύγει, ενώ ο κροίσος έχει ξεχάσει τον συνδυασμό του με αποτέλεσμα μια οδύσσεια να ξεκινάει για να βρεθεί το ζώο...
Υπόθεση[]
Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη Ντακ βρίσκονται στο λιμάνι, όπου κοιτάνε με θαυμασμό τους κοσμογυρισμένους ναύτες, σε ένα πλοίο που ξεφορτώνει μπανάνες. Αφού το καράβι αδειάζει το φορτίο του βλέπουν έναν ναύτη να πλησιάζει, ο οποίος έχει ένα παπαγάλο στον ώμο του και τα παιδιά τον ρωτάνε εάν τον πουλάει.
Ο ναύτης τους τον δίνει, λέγοντας τους ότι δεν μιλάει παρά μόνο μετράει συνεχώς, την τρέχουσα περίοδο τις μπανάνες που μετέφερε το πλοίο. Τα παιδιά τον αγοράζουν και πάνε στο σπίτι να τον δείξουν στον θείο τους. Ο τελευταίος στο σπίτι σπάει το κεφάλι του να βρει τι δώρο να δώσει στον Σκρουτζ, για τα γενέθλια του, στον άνθρωπο ο οποίος μπορεί να αγοράσει τα πάντα.
Εκείνη την ώρα μπαίνουν τα τρία παιδιά, με τον παπαγάλο τους, που ο Ντόναλντ θεωρεί ιδανικό δώρο να δώσει στον θείο του, κι έτσι τον παίρνει και πάει στο θησαυροφυλάκιο. Εκεί ο κροίσος δεν θέλει να δεχτεί το ζώο, αφού κοστίζει χρήματα να τον συντηρεί, κι έτσι ξεσπάει ένας καυγάς μεταξύ των δύο συγγενών, με τον Ντόναλντ να αναγκάζει τελικά τον θείο του να κρατήσει το κατοικίδιο.
Ο μεγιστάνας αποφασίζει να φύγει από το θησαυροφυλάκιο, επειδή είναι πολύ εκνευρισμένος για να δουλέψει και αλλάζει τον συνδυασμό της πόρτας που οδηγεί στα χρήματα, για να νιώθει ασφαλής. Στον δρόμο όμως για το σπίτι του θυμάται πως πρέπει να αγοράσει τροφή για τον παπαγάλο, αλλά έχει ξεχάσει από τον θυμό του τον συνδυασμό της θωρακισμένης πόρτας και δεν μπορεί να πάρει καθόλου χρήματα.
Καθώς είναι έτοιμος να παρατήσει την προσπάθεια να την ανοίξει, το πτηνό του λέει τον συνδυασμό, τον οποίο άκουσε όταν τον έβαζε ο κροίσος, ο οποίος μένει έκπληκτος από την ικανότητα του παπαγάλου και τον αναβαθμίζει σε επίσημο υπενθυμητή του. Το ίδιο βράδυ, αφού ο Σκρουτζ έχει φύγει, μπαίνουν στο θησαυροφυλάκιο δύο κλέφτες, οι οποίοι όμως δεν γνωρίζουν τον συνδυασμό της πόρτας, μέχρι που ο παπαγάλος τους τον μαρτυράει, με αποτέλεσμα να πάρουν όλα τα χρήματα του μεγιστάνα.
Το επόμενο πρωί, ο Σκρουτζ επιστρέφει στο γραφείο του, όπου όμως ανακαλύπτει ότι ο παπαγάλος έχει φύγει, από ένα ανοικτό παράθυρο και χωρίς αυτόν δεν μπορεί να ανοίξει την πόρτα της περιουσίας του. Αμέσως καλεί τον Ντόναλντ να τον βρει κι εκείνος συναντάει τα ανίψια του, τα οποία του λένε πως τον αγόρασαν στο λιμάνι, οπότε οι τέσσερις του κατευθύνονται στο πλοίο από το οποίο τον πήραν. Εκεί τον βλέπουν να πετάει μέσα στο σκάφος και ανεβαίνουν και αυτοί και αρχίζουν να τον ψάχνουν.
Ύστερα από ώρα τον βρίσκουν, όμως το πλοίο έχει πλέον σαλπάρει και αναγκάζονται να δουλέψουν ως μούτσοι για να βγάλουν τα εισιτήρια του ταξιδιού. Στην πρώτη στάση του πλοίου κατεβαίνουν, αλλά το πτηνό παρασύρεται από τους ντόπιους παπαγάλους και αφήνει τα παπιά, καταλήγοντας στην ζούγκλα. Ο Ντόναλντ με τα ανίψια του ξεκινάνε να τον ψάχνουν στα δάση του νησιού, ανάμεσα σε χιλιάδες πουλιά.
Το πουλί συναντάει μια παπαγάλο, η οποία τον πάει στην φωλιά της, όπου εάν δεχτεί να μείνει μαζί τους θα πρέπει να τρέφει τα οκτώ παιδιά της. Ο παπαγάλος τρέπεται σε φυγή, και επιστρέφει στους Ντακ, τρομαγμένος από τις υποχρεώσεις που θα έπρεπε να αναλάβει.
Τα παπιά επιστρέφουν στην Λιμνούπολη, όπου το κατοικίδιο υπενθυμίζει στον Σκρουτζ τον συνδυασμό του θησαυροφυλακίου, με αποτέλεσμα εκείνος έκπληκτος να δει πως η περιουσία του έχει κάνει φτερά. Αμέσως συνειδητοποιεί έξαλλος πως ο παπαγάλος μαρτύρησε τον συνδυασμό στους κλέφτες, οπότε τον διώχνει κλοτσηδόν, μαζί με τα ανίψια του, που του τον έφεραν.
Στο πάρκο οι Ντακ προσπαθούν να σκεφτούν που θα μπορούσαν να έχουν κρυφτεί οι κλέφτες, όταν ο παπαγάλος τους λέει την διεύθυνση του κρησφύγετου τους, την οποία άκουσε την βραδιά που έκλεψαν τον κροίσο. Όλοι μαζί πάνε στην διεύθυνση, όπου από τύχη βρίσκουν τους ληστές, οι οποίοι ακόμα μοιράζουν την περιουσία του Σκρουτζ σε δύο ίσα μερίδια. Οι παράνομοι συλλαμβάνονται και τα λεφτά επιστρέφονται στον ιδιοκτήτη τους.
Ο Σκρουτζ αποφασίζει να αλλάξει τον συνδυασμό της πόρτας του θησαυροφυλακίου του, χωρίς κανείς να τον βλέπει, για να είναι ασφαλής και μετά βγάζει έξω τα ανίψια του για να γιορτάσουν την επιστροφή της περιουσίας του. Αφού τρώνε όμως ο Σκρουτζ καταλαβαίνει ότι δεν έχει πάνω του καθόλου χρήματα, ενώ έχει ξεχάσει και πάλι τον συνδυασμό της πόρτας του θησαυροφυλακίου.
Στο τέλος, δουλεύουν όλοι στην λάντζα για να ξεχρεώσουν το γεύμα τους, με τον παπαγάλο να μετράει τα πιάτα που πλένουν οι ιδιοκτήτες του!
Παρασκήνιο[]
Στην ιστορία αυτή κάνουν την εμφάνιση τους δύο κλέφτες, οι οποίοι θεωρούνται από ορισμένους μελετητές το πρελούδιο της εμφάνισης της ανεκδιήγητης συμμορίας των Μουργόλυκων, η οποία θα κάνει την πρώτη εμφάνιση της σε λιγότερο από δύο χρόνια, σε μια άτιτλη δεκασέλιδη ιστορία. Στην ιστορία Ο Μονομανής Παπαγάλος κάνει την πρώτη εμφάνιση του και το κανόνι, η Βέρθα, με το οποίο ο Σκρουτζ υπερασπίζεται την περιουσία του.