Το Δαχτυλίδι της Μούμιας πρόκειται για την πρώτη ιστορία που σχεδίασε εξ ολοκλήρου ο Καρλ Μπαρκς.
Περίληψη[]
Ο Χιούη πέφτει θύμα απαγωγής και ο Ντόναλντ με τον Λιούη και τον Ντιούη επιδίδονται σε ένα κυνήγι αρχαίων αιγυπτιακών σαρκοφάγων για να τον βρουν.
Υπόθεση[]
Ο Ντόναλντ και τα τρία ανιψάκια επισκέπτονται το Μουσείο της Λιμνούπολης, για να δουν τις μούμιες των προγόνων του Μπέη του Ελ Ντάγκα, μιας και έχει στείλει δυο απεσταλμένους του να τις πάρουν την επόμενη μέρα και να τις φέρουν πίσω στην πατρίδα του. Στο δρόμο, όμως, τους σταματά ένας ρακένδυτος ηλικιωμένος άνδρας και τους χαρίζει ένα πολύτιμο δαχτυλίδι με την απεικόνιση τριών φιδιών, θέλοντας να το ξεφορτωθεί εξαιτίας της γρουσουζιάς που φέρνει. Το γεγονός δεν περνά απαρατήρητο από έναν κλέφτη, ο οποίος τους πέρνει στο κατόπι.
Το δαχτυλίδι, όμως, δεν ξεκολλά απ' το δάχτυλο του Χιούη, αλλά οι Ντακ συνεχίζουν το δρόμο τους προς το μουσείο, όπου ανακαλύπτουν ότι οι σαρκοφάγοι έχουν συληθεί. Ύστερα, όταν αναχωρούν απ' το κτίριο, ο Χιούη συνειδητοποιεί ότι ξέχασε το καπέλο του στην αίθουσα με τις σαρκοφάγους και πάει να το πάρει, όμως η ώρα περνά και δεν επιστρέφει. Έτσι, τα παπιά κατευθύνονται ξανά προς την αίθουσα των σαρκοφάγων, όπου αντικρίζουν έκπληκτοι μια απ' αυτές να δονείται και την κάνουν.
Καθώς η αστυνομία δεν μπορεί να τους προσφέρει άμεση βοήθεια, ο Ντόναλντ παίρνει τα δυο του ανίψια και ξεκινούν την επόμενη μέρα να βρουν τον Χιούη στο διπλωματικό καράβι στο οποίο έχουν φορτώσει τις σαρκοφάγους οι απεσταλμένοι του Μπέη και να ανακρίνουν τους απαγωγείς. Έτσι, επιβιβάζονται ως μούτσοι στο πλοίο και αρχίζουν να αναζητούν μέχρι να βραδιάσει τους απεσταλμένους χωρίς κανένα αποτέλεσμα, ενώ κάνουν έξω φρενών τον καπετάνιο, που τους στέλνει στο μαγειρείο να καθαρίσουν πατάτες.
Εκεί, μπαίνει κρυφά μια μούμια, χωρίς να την πάρουν χαμπάρι τα παπιά, και χτυπά κατακέφαλα τους Ντακ, ρίχνοντάς τους αναίσθητους, για να κλέψει πατάτες. Όταν συνέρχονται, οι ήρωές μας συνεχίζουν την αναζήτηση των απεσταλμένων, ενώ η ίδια μούμια κλέβει από ένα φινιστρίνι, ξανά χωρίς να γίνει αντιληπτή, το σάντουιτς του Ντόναλντ, νευριάζοντάς τον και προκαλώντας τον να κοιτάξει μέσα από αυτό. Το θέαμα είναι πέρα για πέρα τρομακτικό! Οι μούμιες κάθονται πάνω στις σαρκοφάγους και τρώνε το σάντουίτς του!
Ο σαματάς προσελκύει τον καπετάνιο και τους απεσταλμένους του Μπέη, οι οποίοι πιστεύουν τον Ντόναλντ, θεωρώντας ότι οι πρόγονοί τους πείνασαν όλους αυτούς τους αιώνες που βρίσκονταν σε μουσεία του Δυτικού Κόσμου. Έτσι, ζητούν απ' το πλήρωμα να φέρει τροφή για τις μούμιες, ενώ ο καπετάνιος κλειδώνει τους Ντακ στο μπαλαούρο. Τώρα πια, οι ήρωές μας είναι σίγουροι ότι στη μια σαρκοφάγο κρύβεται ο Χιούη, αλλά δε γνωρίζουν ποιος κρύβεται στην άλλη, όμως θεωρούν ότι πρόκειται για τον απαγωγέα.
Φτάνει, τελικά, η μέρα που το πλοίο αγκυροβολεί σ' ένα λιμάνι στο Νείλο και οι Ντακ διαφεύγουν, για να καταδιώξουν τη φορτηγίδα του Μπέη, πάνω στην οποία φόρτωσαν οι απεσταλμένοι του τις σαρκοφάγους και πλέουν μαζί τους στο Νείλο. Ύστερα από πολλές ώρες, η φορτηγίδα φτάνει στο ανάκτορο του Μπέη και από πίσω τους ακολουθούν τα παπιά, τα οποία καταφέρνουν να διεισδύσουν στο ανάκτορο πάνω στην ώρα πριν σφραγιστούν οι σαρκοφάγοι με χαλύβδινες λάμες!
Ο Ντόναλντ δηλώνει στον Μπέη ότι ο ανιψιός του, που βρίσκεται στη σαρκοφάγο, φορά ένα αρχαίο δαχτυλίδι με το σύμβολο των τριών φιδιών σαν αυτό που βρίσκεται πάνω απ' το θρόνο του, πείθοντάς τον να ανοίξει τις σαρκοφάγους. Έτσι, ελευθερώνεται ο Χιούη, ενώ απ' την άλλη σαρκοφάγο ξεπηδά μια άλλη μούμια, που αποδυκνείεται ότι πρόκειται για τον κλέφτη που είχε πάρει στο κατόπι τους Ντακ, όταν κατευθύνονταν στο Μουσείο της Λιμνούπολης. Έτσι, στο τέλος ο Μπέης ανταμοίβει πλουσιοπάροχα τον Ντόναλντ, που επέστρεψε το δαχτυλίδι του θεού Άμουν, ενώ ο κλέφτης εξηγεί πώς είχαν τα πράγματα.
Παρασκήνιο[]
Ποτέ δε θα φανταζόταν ο Καρλ Μπαρκς όταν έγραφε και σχεδίαζε Το Δαχτυλίδι της Μούμιας το 1943 για το 29 τεύχος του One Shots (Donald Duck) ότι μετά από 22 χρόνια θα τον καλούσαν να ξανασχεδιάσει τρεις από τις σελίδες. Όταν η Western Publishing αποφάσισε να ξανατυπώσει Το Δαχτυλίδι της Μούμιας το 1965 διαπίστωσε πως τα πρωτότυπα των σελίδων 1, 16 και 17 είχαν καταστραφεί από την πολυκαιρία και πως θα ήταν πιο εύκολο να βάλουν τον Μπαρκς, ο οποίος ακόμη ήταν υπάλληλος της Western, να ξανασχεδιάσει τις σελίδες παρά να μπουν στον μπελά να προσπαθήσουν να ξαναφτιάξουν τα πρωτότυπα από το τυπωμένο τεύχος με φωτογραφικό τρόπο.
Ο Μπαρκς ξαναδούλεψε γι' αυτή την ιστορία το 1984, όταν υπέδειξε τα χρώματα στο ξανασχεδιασμένο εξώφυλλο που κοσμεί το ΚΟΜΙΞ 39.
Εξώφυλλα[]
Επιπλέον[]
Βιβλιογραφία[]
Πηγή για το Παρασκήνιο: ΚΟΜΙΞ 39.