Η ιστορία Το Μυστήριο του Ταπιόκα Στ’ είναι μια πολυσέλιδη ιστορία που έγραψε και σχεδίασε ο Ρομάνο Σκάρπα η οποία δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 1956. Στην χώρα μας την είδαμε για πρώτη φορά στο ΚΟΜΙΞ 67 και την συνέχεια της στο ΚΟΜΙΞ 68.
Περίληψη[]
Ο Μίκυ γνωρίζει έναν γέρο που συμπεριφέρεται σαν παιδί και μαθαίνει ότι προέρχεται από μια πλούσια, μακρινή χώρα, που έχει έναν δούκα που μοιάζει ύποπτα με τον Μαύρο Πητ…
Υπόθεση[]
Α’ Μέρος[]
Περπατώντας στους δρόμους της πόλης ο Μίκυ Μάους συναντάει έναν γέρο που ζητιανεύει λεφτά για καραμέλες, ενώ έχει ιδιαίτερα παιδική συμπεριφορά. Ο άντρας ζητάει από τον Μίκυ εάν μπορεί να μείνει μαζί του για ένα βράδυ, καθώς είναι άστεγος, με τον Μίκυ να δέχεται.
Ο άντρας συμπεριφέρεται σαν μικρό παιδί και αφού γνωρίζει τον Γκούφυ σπέρνουν το χάος, ενώ αρνείται να φύγει την επόμενη μέρα. Η Μίννι προτείνει στον αρραβωνιαστικό της να πάρει τηλέφωνο γηροκομεία και νοσοκομεία, αλλά δεν τους λείπει κανένας πελάτης.
Ο παππούς προσπαθεί να το σκάσει, καθώς ο Μίκυ είναι έτοιμος να τον πάει στην αστυνομία, αλλά ο Μίκυ και ο Γκούφυ τον προφταίνουν και του ζητούν περισσότερες πληροφορίες. Ο άνδρας αναφέρει ότι το όνομα του είναι Ταπιόκας ο Στ' και έρχεται από μια μακρινή χώρα, που έχει ως αντιβασιλέα έναν μοχθηρό άνδρα που μοιάζει με τον Μαύρο Πητ.
Ο Μίκυ πηγαίνει στην αστυνομία για να μάθει τι γίνεται με τον Πητ, οπότε ο Επιθεωρητής Ο’ Χάρα τον πληροφορεί πως είναι στην φυλακή, με αμνησία από τότε που προσπάθησε να το σκάσει. Αφού δραπέτευσε κάποιος τον χτύπησε στο κεφάλι και έμεινε αναίσθητος, οπότε τον επιστρέψαν στο κελί του, ενώ από τότε δεν έχει συνέλθει.
Ο Μίκυ πηγαίνει τον ηλικιωμένο, σε ένα ψυχίατρο, που όμως δεν βρίσκει κάτι περίεργο, πέραν της παιδικής του συμπεριφοράς, Ο Μίκυ τον αφήνει σε ένα γηροκομείο, αλλά σύντομα το μετανιώνει, αφού ο Ταπιόκας φέρνει όλους τους φίλους του σπίτι του. Ο τελευταίος κατόπιν βγάζει ως παιχνίδι την ρόδα ενός περιπολικού, με αποτέλεσμα να καταλήξει στην φυλακή.
Ο Μίκυ δεν έχει τα λεφτά να πληρώσει την εγγύηση του, οπότε ο ηλικιωμένος του δίνει τον κουμπαρά του. Μέσα του υπάρχουν μερικά χρυσά νομίσματα, που απεικονίζουν τον Ταπιόκα, ως βασιλιά μιας χώρας με το όνομα Μαζούμια. Ο Μίκυ σπεύδει στο υπουργείο Εξωτερικών, όπου μαθαίνει ότι η Μαζούμια είναι μια βαθύπλουτη χώρα, που έχει διακόψει τις σχέσεις με κάθε άλλο κράτος και διευθύνεται από δύο γαλαζοαίματους, τον Ταπιόκα και τον αντιβασιλέα και διάδοχο του θρόνου δούκα Μιλούπα. Αποφασίζει πως ο μόνος τρόπος να λυθεί το μυστήριο είναι να ταξιδέψει ο ίδιος στην Μαζούμια και να μάθει ποιος είναι αυτός ο Μιλούπας, που μοιάζει σαν δύο σταγόνες νερό με τον Μαύρο Πητ.
Β’ Μέρος[]
Η Μαζούμια είναι ένα απολύτως απομονωμένο κράτος, όπου όλοι είναι πλούσιοι, οπότε ο Μίκυ αναγκάζεται να μπει λαθραία, αφού δεν έχει πολλά λεφτά. Συνειδητοποιεί ότι κάποιος τον ακολουθεί, πιστεύοντας ότι είναι κατάσκοπος, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να οδηγηθεί στο εσωτερικό του κυβερνητικού πύργου της πολιτείας.
Ο άντρας που τον έχει συλλάβει τον οδηγεί στον κυβερνήτη της χώρας, που δεν είναι άλλος από τον Μαύρο Πητ. Ο τελευταίος ξαφνιασμένος που βλέπει τον αιώνιο εχθρό του διώχνει το τσιράκι του, και αφού δένει τα χέρια του Μίκυ αρχίζει να τον ανακρίνει.
Ο Πητ εξηγεί στον Μίκυ πως έχει πάρει την θέση του δούκα της χώρας με τον οποίο μοιάζουν πολύ χάρη σε μερικά χάπια νεότητας. Συγκεκριμένα, το τσιράκι του, ο Σβέλτος έπεσε πάνω σε έναν επιστήμονα, που είχε εφεύρει μερικά χάπια ξανανιώματος του εγκεφάλου και ο Πητ έπεσε πάνω στον Σβέλτο στην φυλακή.
Διάβασαν όμως μια μέρα στην εφημερίδα πως στην Μαζούμια υπάρχει ένας δούκας, που από την φωτογραφία του φάνηκε ότι είναι σαν δίδυμος του Πητ και αποφάσισαν να το εκμεταλλευτούν. Έτσι, όταν αποφυλακίστηκε ο Σβέλτος απήγαγε τον Μιλούπα, τον έφερε στην Αμερική και του έδωσε ένα από τα χάπια νεότητας.
Κατόπιν, ο Μαύρος Πητ δραπέτευσε από την φυλακή και αντάλλαξε θέσεις με τον δούκα, που κατέληξε έτσι με αμνησία στην φυλακή. Κατόπιν, ως δούκας, ο κακοποιός πήγε στην Μαζούμια κι έδωσε ένα χάπι και στον Ταπιόκα, που κατόπιν διέφυγε κι έφτασε στο Μίκυ Σίτυ. Ο Μαύρος Πητ έχει στόχο να γίνει επίσημα βασιλιάς της χώρας, ώστε να κλέψει όλο τον πλούτο του βασιλικού θησαυροφυλακίου, για τον εαυτό του, αφού δεν σκοπεύει να δώσει τίποτα στον Σβέλτο, που όμως κρυφακούει.
Ο ληστής παίρνει ένα σπαθί και ετοιμάζεται να ξεκάνει τον αιώνιο εχθρό του, όμως ο Μίκυ καταφέρνει να ελευθερωθεί και μια άγρια ξιφομαχία ξεσπάει μεταξύ τους. Ο Μαύρος Πητ καταφέρνει να αποκτήσει το πάνω χέρι και αφού ρίχνει τον Μίκυ αναίσθητο ετοιμάζεται να τον ξεκάνει με τον σπαθί, όταν επεμβαίνει με το πιστόλι του ο Σβέλτος.
Έξαλλος που ο συνεργάτης του έχει σκοπό να τον εξαπατήσει αποφασίζει να βοηθήσει τον Μίκυ, έτσι δένει τον Πητ και ξυπνάει τον πρώτο, ενώ ο ίδιος δραπετεύει, αφού δίνει στον Μίκυ το αντίδοτο των χαπιών. Ο τελευταίος οδηγεί τον εχθρό του στην δικαιοσύνη, πίσω στην χώρα του. Αφού τον πηγαίνει στην φυλακή, ελευθερώνει τον Δούκα Μιλούπα, και τον πηγαίνει σπίτι του, όπου βρίσκεται και ο Ταπιόκας, που έχει επίσης βγει από την φυλακή.
Μαζί με τον Γκούφυ τους δίνουν το αντίδοτο και αμέσως οι γαλαζοαίματοι ξαναθυμούνται την ταυτότητα τους και γίνονται απίστευτα σνομπ ενώ δεν καταδέχονται καν να μιλήσουν στον Μίκυ, φεύγοντας εκνευρισμένοι από το σπίτι του. Ο Γκούφυ
έξαλλος τους φωνάζει ότι ο Μίκυ τους έσωσε, αλλά οι γαλαζοαίματοι δεν ακούν τίποτα και αποχωρούν ενοχλημένοι.
Ο Μίκυ προσπαθεί να παρηγορήσει τον φίλο του, ώσπου όταν μένει μόνος του τον επισκέπτεται ο Ταπιόκας. Έχοντας μάθει τι πραγματικά συνέβη, από τους συμβούλους του, έχει έρθει να ευχαριστήσει ειλικρινά τον Μίκυ για ότι έκανε, και να του παραδώσει ένα δώρο. Στο τέλος, ο Μίκυ τηλεφωνεί στην Μίννι για να της προτείνει να πάνε διακοπές στο πύργο του, στο δουκάτο του στην Μαζούμια!
Παρασκήνιο[]
Η ιστορία Το Μυστήριο του Ταπιόκα Στ’ αποτελεί την πρώτη ιστορία με τον Μίκυ που έγραψε και σχεδίασε ο Ρομάνο Σκάρπα, ενώ συνολικά είναι η τρίτη ιστορία της καριέρας του το σενάριο της οποίας έχει επιμεληθεί ο ίδιος. Η πλοκή της ιστορίας αποτελείται από δύο διακριτά μέρη, το πρώτο εκ των οποίων διαδραματίζεται στο σκηνικό της πόλης και αποτελείται από μια σειρά διαδοχικών γκαγκ, στα πρότυπα των στριπ του Φλόυντ Γκότφρεντσον. Το πρώτο μέρος είναι πιο ήπιων τόνων από το δεύτερο και χωρίς ιδιαίτερη δράση.
Αντίθετα, στο δεύτερο μέρος η δράση κορυφώνεται και γίνεται καταιγιστική, διακοπτόμενη από αστεία γύρω από τον τρόπο ζωής στην Μαζούμια. Οι ίντριγκες στο βασιλικό παλάτι και η ανταλλαγή ταυτοτήτων παραπέμπουν στο μυθιστόρημα Ο Αιχμάλωτος της Ζέντα (1894) του Άντονι Χόουπ και στην ντισνεϋκή παρωδία του, τον Μονάρχη της Μεδιόκα (1937-1938) του Φλόυντ Γκότφρεντσον και του Τεντ Όσμπορν. Από μια άλλη ιστορία του Γκότφρεντσον την The World of Tomorrow, προέρχεται και η καλοντυμένη εμφάνιση του Μαύρου Πητ.
Επίσης, το ίδιο το όνομα της Μαζούμια στα ιταλικά είναι Pampania, λέξη που προέρχεται από το pamper, που στην διάλεκτο της Βενετίας σημαίνει ηλίθιος. Μια μικρή αναφορά στο Μυστήριο του Ταπιόκα Στ’ μπορεί κανείς να εντοπίσει σε μια άλλη ιστορία του Ρομάνο Σκάρπα, το Περιδέραιο των Τσιρικάουα, όπου ο Μαύρος Πητ αναφέρει στον Επιθεωρητή Ο’ Χάρα πως μια φορά είχε φυλακίσει τον σωσία του.
Στην πρώτη σελίδα του πρώτου και δεύτερου μέρους εμφανίζονται και τα αρχικά RS-3 και RS 3-II, τα οποία δεν παραλείπει ο δημιουργός, ενώ σε δώδεκα σελίδες της ιστορίας εμφανίζεται και η υπογραφή του Ουώλτ Ντίσνεϋ. Ο Σκάρπα είχε γράψει στην ίδια την Ντίσνεϋ για να την ρωτήσει εάν μπορεί να χρησιμοποιήσει την υπογραφή του μεγάλου πρωτοπόρου, λαμβάνοντας θετική απάντηση.
Η όλη ιστορία θυμίζει έντονα τις αμερικανικής παραγωγής περιπέτειες που δημοσιεύονταν παλαιότερα στον καθημερινό τύπο, σε σχέδιο Φλόυντ Γκότφρεντσον, με τις οποίες ο Μίκυ καθιερώθηκε στην μνήμη των αναγνωστών. Το σενάριο έχει πολλές ανατροπές, τα γκαγκ διαδέχονται το ένα το άλλο με γρήγορους ρυθμούς και το σχέδιο παραπέμπει έντονα στις περιπέτειες αυτές, που ο Σκάρπα κατάφερε να μιμηθεί με ιδιαίτερα επιτυχημένο τρόπο, παίρνοντας ο ίδιος τα σκήπτρα από τους Αμερικανούς ομότεχνους του.