Η ιστορία Το Σκασιαρχείο είναι μια δεκασέλιδη ιστορία που έγραψε και σχεδίασε ο Καρλ Μπαρκς τον Ιανουάριο του 1954 και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
Περίληψη[]
Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη επιχειρούν να το σκάσουν από το σπίτι για να γλιτώσουν από το σχολείο, αλλά ο Ντόναλντ έχει άλλα σχέδια...
Υπόθεση[]
Πρόκειται για την τελευταία μέρα των καλοκαιρινών διακοπών και οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη κατασκευάζουν μια ξύλινη βάρκα. Τα αγόρια είναι θυμωμένα, γιατί την επόμενη μέρα αρχίζουν τα σχολεία και θα αναγκαστούν να περάσουν εννέα μήνες μέσα σε μια αποπνικτική σχολική αίθουσα. Μάλιστα, θεωρούν πως ήδη γνωρίζουν πιο πολλά από τους δασκάλους τους, άρα δεν χρειάζονται το σχολείο. Για αυτό, έχουν αποφασίσει πως, την επόμενη μέρα, αντί να πάνε σχολείο, θα πλεύσουν μακριά χρησιμοποιώντας την βάρκα που φτιάχνουν, για να ζήσουν περιπέτειες.
Εκείνη την ώρα, ο Ντόναλντ διαβάζει ένα βιβλίο, που περιλαμβάνει 40 τρόπους για να συλλάβει κάποιος παιδιά που κάνουν σκασιαρχείο. Ο Ντόναλντ αποφασίζει αύριο να ξυπνήσει πολύ νωρίς, για να σιγουρευτεί πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη δεν το σκάσουν. Επιπλέον, αποφασίζει να κλειδώσει την πόρτα του υπνοδωματίου των αγοριών το βράδυ, έτσι ώστε να μην το σκάσουν το βράδυ. Ωστόσο, οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη είναι προετοιμασμένοι: έχουν βγάλει δεύτερο κλειδί για την πόρτα του υπνοδωματίου τους, έχουν βγάλει ένα από τα τζάμια του παραθύρου τους από την θέση τους, για να βγουν έξω από το παράθυρο, και έχουν φτιάξει μια καταπακτή, που βγάζει στην σκεπή! Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη χλευάζουν τον θείο τους, που νόμιζε πως θα μπορούσε να τους εμποδίζει από το να κάνουν σκασιαρχείο. Ακόμα, διαπιστώνουν πως ο Ντόναλντ έχει βάλει βαμβάκι στο ξυπνητήρι τους, έτσι ώστε, αν το κουρδίζουν να χτυπήσει νωρίτερα για να φύγουν μέσα στην νύχτα, να μην το ακούσουν. Φυσικά, βγάζουν το βαμβάκι και γελούν εις βάρος του Ντόναλντ, που νόμιζε πως ένα τόσο απλό κόλπο θα τους ξέφευγε.
Το επόμενο πρωί, ο Ντόναλντ ξυπνά στις 7 το πρωί. Ο Ντόναλντ πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο των παιδιών και διαπιστώνει πως η πόρτα είναι ξεκλείδωτη και πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη είναι άφαντοι, πέρα από ένα αποχαιρ*ετιστήριο σημείωμα. Ο Ντόναλντ, ωστόσο, όχι μόνο δεν ξαφνιάζεται, αλλά και είχε προβλέψει πως κάτι τέτοιο θα συνέβαινε. Έτσι, ο Ντόναλντ συμπεραίνει πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη το έσκασαν από το σπίτι για να γλυτώσουν το σχολείο, όπως το περίμενε. Για αυτό, ο Ντόναλντ είχε μεριμνήσει και είχε ρίξει σκόνη γύψου γύρω από το σπίτι, έτσι ώστε να ακολουθήσει τα ίχνη τους. Τα ίχνη των αγοριών οδηγούν τον Ντόναλντ στο ποτάμι, στο σημείο που τα ανίψια είχαν μπαρκάρει την βάρκα τους. Ο Ντόναλντ διαπιστώνει πως τα ανίψια του διέφυγαν με μια βάρκα, και παραδέχεται πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη είναι πολύ έξυπνοι και αποφασιστικοί, αφού κατάφεραν να φτιάξουν μόνοι τους μια βάρκα. Ο Ντόναλντ διαπιστώνει πως πιθανότατα τα αγόρια να μην πλέουν ενάντια στο ρέμα, άρα θα μπορέσει να προβλέψει την τοποθεσία τους.

Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, αμέριμνοι, ενώ ο Ντόναλντ ετοιμάζεται να τρυπήσει το πλεούμενο!
Πράγματι, ο Ντόναλντ τους βρίσκει να πλέουν στην μέση του ποταμού. Ο Ντόναλντ γνωρίζει πως μπορεί να τους μαζέψει εκείνη την στιγμή, αλλά αποφασίζει πως αυτή είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να τους δώσει ένα μάθημα. Οπότε, βάζει εξοπλισμό δύτη και παίρνει ένα τρυπάνι. Στη συνέχεια, βουτά στο νερό και κολυμπά κάτω από το νερό μέχρι να φτάσει κάτω από την βάρκα των Χιούη, Λιούη και Ντιούη, προτού δημιουργήσει μια τρύπα στην βάρκα με το τρυπάνι! Έτσι, η βάρκα αρχίζει να να βουλιάζει, αναγκάζοντας τους Χιούη, Λιούη και Ντιούη να την εγκαταλείψουν. Ο Ντόναλντ παρακολουθεί τα ανίψια του και βλέπει πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη βρίσκονται σε ένα νησάκι στην μέση του ποταμού, με το βουλιαγμένο πλεούμενο να έχει σχεδόν καλυφθεί από τα νερά. Ο Ντόναλντ, λοιπόν, βγαίνει έξω από το νερό και αποφασίζει να τρέξει στην πόλη, για να αγοράσει προμήθειες.
Στο νησάκι, οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη κρυώνουν και τουρτουρίζουν, ενώ προσπαθούν να ανάψουν μια φωτιά για να ζεσταθούν. Ξαφνικά, ακούν ένα δυνατό βρυχηθμό λιονταριού και, αμέσως μετά, εμφανίζεται η σκιά ενός λιονταριού! Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, τρομοκρατημένοι, σκαρφαλώνουν βιαστικά ένα δέντρο για να ξεφύγουν από το λιοντάρι, αν και αναρωτιούνται πώς βρέθηκε ένα άγριο λιοντάρι στην περιοχή τους. Όπως αποδεικνύεται, το λιοντάρι είναι ψεύτικο και δίπλα του στέκεται ο Ντόναλντ, ο οποίος, χρησιμοποιώντας μια συσκευή, ενημερώνει ένα πιλότο πως οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη έχουν σκαρφαλώσει ένα δέντρο και πως ο πιλότος μπορεί να κάνει αυτά που συμφώνησαν. Σύντομα, ένα μικρό αεροπλάνο κατευθύνεται προς το νησί του Κάστορα, όπου βρίσκονται οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη και πετά πάνω από τα σύννεφα στην περιοχή κρυστάλλους βροχής, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ξαφνική και δυνατή βροχή!
Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, που βρίσκονται ακόμα πάνω στο δέντρο, παραπονιούνται μεταξύ τους πως, εκείνη την ώρα, όλοι οι συμμαθητές τους στο σχολείο θα έχουν ανάψει την θέρμανση και θα τρώνε στο διάλειμμα απολαυστικά σνακ από το κυλικείο. Τελικά, μιας και δεν βλέπουν το λιοντάρι, αποφασίζουν να κατέβουν από το δέντρο. Ο Ντόναλντ, που τους παρακολουθεί, διαπιστώνει πως γυρίζουν πίσω στο σπίτι και χαίρεται, αφού έμαθαν το μάθημά τους.
Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, καθώς επιστρέφουν στο σπίτι, νιώθουν ανακουφισμένοι και παραδέχονται πως δεν θέλουν να ζήσουν άλλες περιπέτειες. Ωστόσο, όταν φτάνουν στο σπίτι, βρίσκουν καρφιτσωμένο στην πόρτα ένα σημείωμα. Το σημείωμα είναι υπογεγραμμένο από τον Ντόναλντ και γράφει πως πάει στο Πουθενιστάν για να ξεχάσει την μοναξιά του! Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, διαβάζοντάς το, πέφτουν κάτω και αρχίζουν να κλαίνε, αφού ο θείος τους έφυγε εξαιτίας τους και τώρα είναι ολομόναχοι. Ταυτόχρονα, ο Ντόναλντ παρακολουθεί την σκηνή, κρυμμένος πίσω από τον πλαϊνό τοίχο του σπιτιού. Αποφασίζει να πάει στο παγωτατζίδικο για τριάντα λεπτά για να διαρκέσει το καψόνι λίγο παραπάνω.

Ο Ντόναλντ διαβάζει το σημείωμα των ανιψιών του!
Αργότερα, ο Ντόναλντ φεύγει από το παγωτατζίδικο, έτοιμος να εκπλήξει τα ανίψια του, που λογικά θα κλαίνε ακόμα. Ωστόσο, όταν φτάνει στην μπροστινή πόρτα του σπιτιού του, οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη είναι άφαντοι, ενώ ένα καινούριο σημείωμα έχει καρφιτσωθεί στην πόρτα, πάνω από το δικό του. Το σημείωμα, που είναι γεμάτο από ορθογραφικά λάθη, είναι γραμμένο από τους Χιούη, Λιούη και Ντιούη και λέει πως θα πάνε στο Πουθενιστάν για να βρουν τον θείο τους! Ο Ντόναλντ χτυπά το χέρι του στο μέτωπό του με απελπισία, αφού τώρα θα πρέπει να τους κυνηγήσει ξανά, και αυτή την φορά το ζήτημα είναι σοβαρό. Μιας και δεν μπορεί να καταλάβει προς τα πού κατευθύνθηκαν τα ανίψια του, ο Ντόναλντ αποφασίζει να νοικιάσει ένα ελικόπτερο και να τους εντοπίσει από αέρος.
Ο Ντόναλντ, πράγματι, νοικιάζει ένα ελικόπτερο, και διατάζει τον πιλότο να κάνει κύκλους πάνω από την πόλη για πολλές ώρες. Ωστόσο, οι προσπάθειες του Ντόναλντ παραμένουν άκαρπες και ζητά από τον πιλότο να κάνουν ακόμα μεγαλύτερους κύκλους. Όμως, ο πιλότος εξηγεί πως πλέον βρίσκονται πολύ μακριά από την Λιμνούπολη και πως σε λίγο θα ξεκινήσει μια καταιγίδα, άρα θα πρέπει να επιστρέψουν πίσω. Ο Ντόναλντ προτείνει στον πιλότο να τον αφήσει να συνεχίσει την αναζήτηση στο έδαφος και εκείνος να επιστρέψει πίσω. Πράγματι, αυτό συμβαίνει, ωστόσο ο Ντόναλντ συνειδητοποιεί πως δεν έχει ιδέα πού βρίσκεται. Παρόλα αυτά, αποφασίζει να συνεχίσει την έρευνά του και να ρωτήσει ένα περαστικό για οδηγίες αργότερα.
Αργότερα, ενώ ο Ντόναλντ περπατά την ώρα του δειλινού, εμφανίζεται μπροστά του ένας ταύρος! Φοβισμένος, ο Ντόναλντ σκαρφαλώνει πάνω σε ένα μαγκανοπήγαδο που βρίσκονταν δίπλα του. Παρόλο που είναι ασφαλής από τον ταύρο, ο Ντόναλντ αντιλαμβάνεται πως ο ταύρος ακόμα τριγυρνά το μαγκανοπήγαδο και δεν φαίνεται να σκοπεύει να φύγει. Επιπλέον, έχει αρχίσει να βρέχει! Ο Ντόναλντ, απελπισμένος, αρχίζει να φωνάζει για βοήθεια.
Πιο μετά, οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη βρίσκονται μέσα σε ένα φορτηγό και αναρωτιούνται ποιος είναι ο προορισμός του φορτηγού. Τότε, ξαφνικά, ακούν κάποιον να φωνάζει βοήθεια και αποφασίζουν να κατέβουν από το φορτηγό, ώστε να μην τους αντιληφθεί ο οδηγός του, και τρέχουν να ερευνήσουν την κατάσταση. Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη εντοπίζουν την πηγή της φωνής: μέσα σε ένα χωράφι, ένας ταύρος έχει εγκλωβίσει κάποιον. Ανήσυχοι, τρέχουν προς το μέρος του ατόμου, διώχνουν τον ταύρο, και με έκπληξη διαπιστώνουν πως το άτομο που φώναζε για βοήθεια είναι ο θείος τους ο Ντόναλντ!
Έτσι, οι Ντακ επανασυνδέονται και, όλοι μαζί, προσπαθούν να βρουν τον δρόμο για το σπίτι, ενώ οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη υπόσχονται στον Ντόναλντ πως δεν θα το σκάσουν από το σπίτι ποτέ ξανά. Δυστυχώς, ο Ντόναλντ δεν γνωρίζει ούτε πού βρίσκονται ούτε προς τα πού οδηγεί ο δρόμος που βρίσκουν μπροστά τους. Έχουν πραγματικά χαθεί! Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη εντοπίζουν μια πινακίδα που λέει πως βρίσκονται στα όρια της κοινότητας του Κουτσοχωριού και ρωτούν τον θείο τους αν ξέρει πού βρίσκεται το μέρος αυτό. Ο Ντόναλντ, ωστόσο, παραδέχεται πως, επειδή όταν ήταν παιδί έκανε συνέχεια κοπάνα, δεν είχε αποκτήσει καλές γνώσεις γεωγραφίας και δεν είχε ιδέα πού βρίσκεται η κοινότητα.

Οι Ντακ... πίσω στα θρανία!
Οι Ντακ περνάνε μια ατέλειωτη νύχτα μέσα στην βροχή, χαμένοι και χωρίς να συναντήσουν κανένα να τους κατευθύνει πίσω στην Λιμνούπολη. Τελικά, ο Ντόναλντ εντοπίζει ένα τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης στην άκρη του δρόμου. Όταν το σηκώνει, ο Ντόναλντ ρωτά το κέντρο να του πουν από πού τηλεφωνεί, και εκείνοι απαντούν πως παίρνουν από το δημόσιο τηλέφωνο της οδού Ερημιάδου. Ο Ντόναλντ ζητά από το κέντρο να ειδοποιήσουν τους παιδονόμους της Λιμνούπολης να έρθουν να μαζέψουν μερικά παπιά που πρέπει οπωσδήποτε να επιστρέψουν στο σχολείο. Ωστόσο, με έκπληξη οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη διαπιστώνουν, πίσω στην σχολική αίθουσα, πως μαζί τους ήρθε και ο Ντόναλντ. Τότε, ο Ντόναλντ αποκρίνεται πως αυτοί δεν είναι τα μόνα παπιά που χρειάζεται να πάνε στο σχολείο!
Παρασκήνιο[]
Σε πολλές ιστορίες του Μπαρκς, που σκόπευαν να εκδοθούν κατά την περίοδο της έναρξης της σχολικής χρονιάς, ο δημιουργός έθετε ως κύριο θέμα στις ιστορίες τις προσπάθειες των παιδιών να αποφύγουν τις σχολικές τους υποχρεώσεις. Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα, πέρα από αυτή την ιστορία, είναι η Πρώτη Μέρα στο Σχολείο και Οι Παιδονόμοι.
Η ιστορία εκδόθηκε για πρώτη φορά στο τεύχος του Οκτωβρίου του 1954, αλλά το τεύχος αυτό κυκλοφόρησε ένα μήνα πριν, δηλαδή τον Σεπτέμβριο.
Το σχέδιο των αγοριών για να ξεφύγουν από το σχολείο παρουσιάζει ομοιότητες με την ιστορία Οι Περιπέτειες του Χάλκμπερυ Φιν του Μαρκ Τουαίν.