ΚΟΜΙΞ Wiki
ΚΟΜΙΞ Wiki
Advertisement
ΚΟΜΙΞ Wiki

Η ιστορία Το Ταρτάν της Ομίχλης είναι σε σενάριο Σίλβια Μαρτινόλι και σχέδιο Πάολο Μοττούρα. Δημοσιεύτηκε στην Ελλάδα στο ΚΟΜΙΞ 10 (Β΄ Περίοδος).

Περίληψη[]

Ο Μίκυ και ο Γκούφυ ταξιδεύουν στον 3ο αιώνα μ.Χ. για να ανακαλύψουν την προέλευση του ταρτάν. Στην αναζήτησή τους, βοηθούν ένα κορίτσι να σώσει το χωριό του από τα νύχια ενός αδίστακτου τοπικού άρχοντα.

Υπόθεση[]

Οι καθηγητές Ζάποτεκ και Μάρλιν διαφωνούν όσον αφορά την εποχή διάδοσης του ταρτάν στη Σκωτία. Ο Ζάποτεκ πιστεύει ότι οι καταβολές του ταρτάν ανάγονται στον 3ο αιώνα ενώ ο Μάρλιν πιστεύει ότι διαδόθηκε πολύ αργότερα, τον 16ο αιώνα, οπότε, καλούν τον Μίκυ και τον Γκούφυ για να λύσουν για μια ακόμη φορά τις ιστορικές απορίες τους, ταξιδεύοντας με τη χρονομηχανή του Μάρλιν στον 3ο αιώνα μ.Χ.

Πράγματι ο Μίκυ και ο Γκούφυ φτάνουν σε ένα μικρό χωριό της Σκωτίας του 3ου αιώνα όπου συναντούν ένα κορίτσι, τη Γκουίνεθ, που είναι η ανιψιά του αρχηγού του χωριού που ονομάζεται Άβελοντ, Φίνμπαρ. Δηλώνουν ότι είναι στρατοκόποι και ότι ψάχνουν δουλειά, ενώ όταν μαθαίνουν ότι είναι μοδίστρα δε χάνουν την ευκαιρία να την ακολουθήσουν και να ανακαλύψουν την αλήθεια σχετικά με τις καταβολές του ταρτάν.

Από την ίδια μαθαίνουν ότι το χωριό καταδυναστεύεται από έναν αδίστακτο τοπικό άρχοντα, τον Λόχλαν, που επιβάλλει στους κατοίκους του χωριού βαριά φορολογία και κλέβει τα υπάρχοντα τους. Ενώ βρίσκονται στο μαγαζί της Γκουίνεθ, ο Λοχλαν μπαίνει μαζί με τους λακέδες του και τους διατάζει να αρπάξουν το εμπόρευμα του μαγαζιού. Απειλεί τη μικρή Γκουίνεθ ότι αν δεν του πληρώσουν τους φόρους που του χρωστάνε τα πράγματα δε θα έχουν καλά ξεμπερδέματα.

Ο Μίκυ και ο Γκούφυ πιστεύοντας ότι δε θα καταφέρουν να βρουν τίποτα στο χωριό που θα μπορούσε να βοηθήσει στις έρευνές τους, ρωτούν τη Γκουίνεθ πως θα μπορούσαν να φτάσουν στην πιο κοντινή πόλη. Η ίδια τους συμβουλεύει να μην το επιχειρήσουν, διότι θα πρέπει να διασχίσουν το δάσος του Ντέργουιθ, μέσα στο οποίο βρίσκεται μια λίμνη στην οποία λέγεται ότι κατοικεί ένα φρικιαστικό τέρας, το Εχ Ουσκέ που μοιάζει με γιγαντιαίο άλογο.

Ο Μίκυ και ο Γκούφυ δέχονται τελικά να μείνουν στο χωριό και ανακαλύπτουν ότι η Γκουίνεθ προπονείται εντατικά στην τοξοβολία για να αντιμετωπίσει τον Λόχλαν καθώς και το τέρας της λίμνης. Την απόφαση αυτή την πήρε σύμφωνα με την ίδια, διότι πριν λίγους μήνες όταν ανακάλυψε ότι είναι απόγονος του Ούριεν, ενός ξακουστού ήρωα του Άβελοντ, που έσωσε το χωριό από το τρομερό Εχ Ουσκε. Εμπνευσμένη από αυτόν θέλει να επαναλάβει τα σπουδαία κατορθώματά του! 

Εν τω μεταξύ ο Φίνμπαρ φτάνει έντρομος στο μαγαζί της Γκουίνεθ, στο οποίο βρίσκονται και ο Μίκυ και ο Γκούφυ και τους ανακοινώνει ότι έπεσε σε ενέδρα κλεφτών στο δάσος, ενώ πήγαινε για να δώσει τα 300 φλουριά που χρωστούσε στον Λόχλαν. Τελικά, χάρη σε κάποιες πέρλες που έπεσαν στο σημείο της συμπλοκής καταλαβαίνουν ότι τα λεφτά τα έκλεψαν οι λακέδες του Λόχλαν για να πάρουν τα διπλάσια χρήματα. Πράγματι, σύντομα φτάνουν στο χωριό ζητώντας επιτακτικά τα χρήματα που έχουν κλέψει και τους λένε ότι θα πρέπει να τους παραδώσουν τα χρήματα το αργότερο αύριο, οπότε ο Φίνμπαρ απελπίζεται.

Ο Μίκυ σκαρφίζεται ένα έξυπνο σχέδιο: Δημιουργούν ένα τεχνητό τέρας που μοιάζει στο Εχ Ούσκε από άχυρα και υφάσματα με τη βοήθεια των κατοίκων του χωριού και ζητούν από τον Λόχλαν η παράδοση των χρημάτων να γίνει στο δάσος τη νύχτα. Όταν ο Λόχλαν φτάνει βάζουν φωτιά στο τεράστιο κατασκεύασμα. Πράγματι, ο Λόχλαν και οι λακέδες του τρομάζουν αλλά σύντομα καταλαβαίνουν το σχέδιο του Μίκυ και γίνονται έξαλλοι.

Ο Λόχλαν αποφασίζει να τους κάνει σκλάβους στα χωράφια του για την αναίδεια και την ανυπακοή τους, ενώ η Γκουίνεθ προσπαθεί αποτυχημένα να τους ξεσηκώσει. Βρίσκονται όλοι δίπλα στη λίμνη, από την οποία την ίδια στιγμή ξεπροβάλλει απειλητικά το αληθινό Εχ Ούσκε. Όλοι έντρομοι, τρέχουν να σωθούν, ενώ μόνο η Γκουίνεθ, ο Μίκυ και ο Γκούφυ τολμούν να μείνουν σε κοντινή απόσταση. 

Αποκαλύπτεται ότι το τέρας μπορεί να μιλήσει και το ίδιο τους δίνει να καταλάβουν ότι μπορεί να είναι τρομακτικό, αλλά έχει ευγενική ψυχή. Λόγω της όψης του, όταν το έβλεπαν οι κάτοικοι ανά τους αιώνες ή το έβαζαν στα πόδια ή το πετροβολούσαν αλύπητα. Ο μόνος που τόλμησε να έρθει σε επαφή μαζί του ήταν ο Ούριεν, ο οποίος κατάλαβε τα συναισθήματα του τέρατος και επικοινώνησε μαζί του. Για να γλιτώσει το τέρας από το μίσος και τον φόβο των άλλων κατοίκων έστησε μια μάχη με το τέρας στο τέλος της οποίας υποτίθεται ότι σκότωσε το τέρας.

Από τότε το τέρας κρυβόταν για να μην κινήσει και πάλι τον φόβο των κατοίκων, αλλά βλέποντας τον κίνδυνο που τους απειλούσε αποφάσισε να βγει από τη λίμνη για να ξεπληρώσει τη χάρη που χρωστούσε στον Ούριεν. Το τέρας τελικά γίνεται ο προστάτης του χωριού και αγαπιέται από τους κατοίκους, ενώ οι Μίκυ και Γκούφυ καταλαβαίνουν ότι η συρραφή των υφασμάτων για την κατασκευή του υποτιθέμενου τέρατος ήταν μια πρωτόγονη μορφή του ταρτάν!

Advertisement