Οι Μονοτονιανοί είναι ένας λαός που δημιούργησε ο Καρλ Μπαρκς για τις ανάγκες της ιστορίας του Χαμένοι στις Άνδεις, που δημοσιεύθηκε το 1949.
Γενικά[]
Οι Μονοτονιανοί είναι ένας λαός που ζει τελείως απομονωμένος από τον έξω κόσμο. Παραμένουν όμως ιδιαίτερα χαρούμενοι και ικανοποιημένοι με την μοίρα τους, όντας πάντα κεφάτοι και χαμογελαστοί.
Μιλούν αρχικά αγγλικά με την προφορά του Νότου των Η.Π.Α., που τους έμαθε ο καθηγητής Ραττ Μπέτλα, που τους είχε επισκεφτεί τον 19ο αιώνα. Τραγουδάνε επίσης τραγούδια της εποχής, για περισσότερο από πενήντα χρόνια, δίχως να κουράζονται. Αφού τους επισκέπτεται ο Ντόναλντ, όλοι οι κάτοικοι αρχίζουν και συμπεριφέρονται σαν εκείνον, υιοθετώντας τα τραγούδια των νεότερων εποχών.
Κατόπιν, όταν φτάνουν στην κοιλάδα της Μονοτονίας ο Χρυσοκούκης και ο Σκρουτζ, ντύνονται σαν αυτούς και υιοθετούν την καπιταλιστική νοοτροπία τους, μόνο επιφανειακά φυσικά, αφού δεν υπάρχει για αυτούς η έννοια του χρήματος.
Είναι ένας λαός με πολύ έντονους δεσμούς, όπου ο πρόεδρος συναναστρέφεται ελεύθερα με τους υπηκόους του, ενώ η φιλοξενία τους είναι απλόχερη, αφού το θεωρούν μεγάλη τιμή όταν τους επισκέπτεται κάποιος από το εξωτερικό. Τρέφονται αποκλειστικά με αυγά, μέχρι που οι Ντακ τους δείχνουν και την ύπαρξη τετράγωνων κοτόπουλων, τα οποία εκμεταλλεύονται δεόντως.
Μοναδικό κουσούρι τους είναι ότι θέλουν τα πάντα να είναι τετράγωνα, ενώ και οι ίδιοι είναι τετραγωνισμένοι, έχοντας γωνίες στην μύτη, στα πόδια και στο σώμα τους γενικότερα. Δεν ανέχονται αντικείμενα σφαιρικού σχήματος, όπως τις τσιχλόφουσκες, ενώ η ποινή που έχουν ορίσει για κάτι τέτοιο είναι μια ζωή στα νταμάρια. Εάν εξαιρέσει κανείς αυτή την μανία τους, οι Μονοτονιανοί είναι γενικά ένας φιλήσυχος και καλόκαρδος λαός.
Εμφανίσεις[]
Οι Μονοτονιανοί στην χώρα μας έχουν εμφανιστεί σε δύο ιστορίες, την ιστορία Χαμένοι στις Άνδεις, του Καρλ Μπαρκς, όπου, όπως προαναφέρθηκε, έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση, καθώς και στην ιστορία Επιστροφή στην Μονοτονία, του Ντον Ρόσα, που αποτελεί συνέχεια της ιστορίας του Παπιάνθρωπου.
Χαμένοι στις Άνδεις[]
Στην ιστορία αυτή, οι Ντακ συναντούν για πρώτη φορά τους Μονοτονιανούς και εκπλήσσονται τόσο από την φυσιογνωμία τους, όσο και από την διάλεκτο που μιλούν. Οι ντόποι τους υποδέχονται εξαιρετικά χαρούμενοι, αφού έχουν χρόνια να δουν ξένο και στήνουν ένα τρικούβερτο τσιμπούσι για να τους υποδεχτούν.
Μοναδικό φαγητό τους είναι τα αυγά, οπότε ο Ντόναλντ τους βοηθάει να ανακαλύψουν τις κότες, που τα γεννούν, που είναι επίσης τετραγωνισμένες. Οι Χιούη, Λιούη και Ντιούη, όμως, κάνουν το λάθος να δημιουργήσουν φούσκες, οπότε αντιμετωπίζουν την ποινή της δουλειάς στα νταμάρια. Καταφέρνουν, όμως, να κάνουν τετράγωνες φούσκες, οπότε γίνονται ήρωες μεταξύ των Μονοτονιανών, πριν φύγουν για τον πολιτισμό.
Επιστροφή στην Μονοτονία[]
Στην ιστορία του Ντον Ρόσα, επισκέπτονται και πάλι την κοιλάδα των Μονοτονιανών οι Ντακ, φέρνοντας, όμως, μαζί τους τον Σκρουτζ και τον Χρυσοκούκη. Ανακαλύπτουν ότι οι κάτοικοι της κοιλάδας έχουν υιοθετήσει πλήρως το στυλ του Ντόναλντ, τόσο στην ενδυμασία όσο και συμπεριφορικά. Ο Σκρουτζ κάνει, όμως, το λάθος να τους παρουσιάσει την κυκλική πρώτη του δεκάρα, οπότε οδηγείται στα νταμάρια.
Σε αντάλλαγμα με τα δικαιώματα πώλησης των τετράγωνων αυγών τους ζητούν από τον Χρυσοκούκη ένα παγωτό με σόδα, υποσχόμενοι πως θα ελευθερώσουν και τον Σκρουτζ εάν το φέρει. Πηγαίνει, έτσι, ο Νοτιοαφρικανός μαζί με τους Ντακ στον πολιτισμό και επιστρέφει μετά από μέρες πίσω, αγνοώντας, όμως, την συμφωνία με τον Σκρουτζ, οπότε τα ανίψια του αναγκάζονται να του φτιάξουν ένα χειροποίητο παγωτό με σόδα. Φτάνοντας στην πόλη της κοιλάδας συνειδητοποιούν ότι τα πάντα έχουν αλλάξει, αφού πλέον όλοι είναι ντυμένοι σαν τον Χρυσοκούκη και τον Σκρουτζ, ενώ έχουν κατασκευάσει ένα κτήριο σαν τα θησαυροφυλάκιά τους.
Ζητούν από τους μεγιστάνες λίγα χρήματα για να γεμίσουν το θησαυροφυλάκιό τους, οπότε ο Σκρουτζ τους δίνει ένα δισεκατομμύριο, που όμως αυτοί δεν διστάζουν να κόψουν στην μέση, ώστε τα χαρτονομίσματα να τετραγωνιστούν. Στο τέλος, τα παπιά φεύγουν, αλλά τα ανιψάκια αφήνουν πίσω τους ένα βιβλίο των Μικρών Εξερευνητών, για να μορφωθεί ο απλός λαός.